Friday, October 31, 2014

Η επιστροφή του metrosexual


Εδώ και αρκετό καιρό λέω ότι τα αρσενικά (Άντρες δεν τους λες) έχουνε παλαβώσει και έχουν γίνει χειρότερα από χαζογκόμενες. Οι ανασφάλειες έχουν χτυπήσει κόκκινο και πλέον αυτά που κοροϊδεύαμε κάποτε για τις bimbos που ήταν βγαλμένες από καλούπι (ξανθιά με πλούσιο εσωτερικό κόσμο στο ύψος του μπούστου), τώρα πια έχουν περάσει και στον αρσενικό πληθυσμό, καθιστώντας τον κάτι χειρότερο από αμοιβάδα με συλλογικό νου.

Ήδη μπορώ να μαντέψω τον εύκολο αντίλογο ο οποίος κινείται στα πλαίσια του «Γιατί είναι κακό να περιποιείται ένας «άντρας» τον εαυτό του;» και το άλλο κλασικό που προέρχεται από το γυναικείο πληθυσμό –και βγαίνει με περισσή χαιρεκακία- «Ξέρετε τι περνάμε εμείς; Γιατί να μην κάνετε κι’εσείς κάτι ανάλογο;»

Νταξ, για τους κυρίους που θεωρούν ότι ένας Άντρας πρέπει να περιποιείται τον εαυτό του σε βαθμό γκόμενας, η απάντηση είναι απλή και έρχεται με τη μορφή ερώτησης: «Όταν ξυρίζεις τα πόδια σου, νιώθεις πιο ευάλωτη από ποτέ;». Αντιστοίχως για τις κυρίες που νομίζουν ότι τώρα ήρθε η ώρα να πάρουν το αίμα τους πίσω (γειά σου ρε Πανούλη), ένα έχω να τους πω «Κανείς δε σας ζήτησε να τα κάνετε τις υπερβολές που κάνετε. Απλώς τις κάνατε για να καλύψετε τις ανασφάλειές σας, καλομάθατε αυτούς που έχετε δίπλα σας και τώρα ταλαιπωρείστε χωρίς λόγο. Ούτως ή άλλως, κάτι φυσικά όμορφο δε χρειάζεται πολλά-πολλά, εκτός αν έχει τις ανασφάλειες ενός τσιουάουα και έναν ηλίθιο «σύντροφο» δίπλα του που ζηλεύει». Βέβαια επειδή σας αρέσουν και οι ισοπεδώσεις, πάρτε και το σεξιστικόν του πράγματος: Οι τρίχες (πρόσωπο, πόδι, κτλ) στη γυναίκα αντροφέρνουν και πρέπει να φύγουν –με κάποιον τρόπο-. Είναι μια περιποίηση που έγινε λίγο «εκ των ουκ άνευ». Στον άντρα, προφανώς αντροφέρνουν κι’εκεί, οπότε πρέπει να τις βγάλουμε ε;

Γενικότερα το να ορίσεις το που σταματάει το όριο της «νορμαλ» περιποίησης στον Άντρα και τον καθιστά χαζογκόμενα, είναι λίγο δύσκολο, καθώς δεν υπάρχουν αντικειμενικές σταθερές. Η μοναδική προσέγγιση που μπορεί να κάνει κάποιος είναι σεξιστική και να τη στηρίξει στον τρόπο και την εποχή που μεγάλωσε. Γενικότερα όμως υπήρχαν Άντρες που ήταν αδιαμφισβήτητοι και στάθηκαν διαχρονικά. Sean Connery. Σήμερα, αντίστοιχα ποιόν έχετε να μου αντιπαραβάλλετε; Στην καλύτερη τον Statham, που κι αυτός ακόμα ενώ είναι Άντρας, δε θα αντέξει στο χρόνο γιατί απλώς του λείπουν κάποια λίγα πραγματάκια.

Έτσι και στην περίπτωσή μου λοιπόν, όντας δηλωμένος και αμετανόητος σεξιστής, παίρνω σαν μέτρο σύγκρισης την εποχή που μεγάλωσα, κατά την οποία κάποια πράγματα ήταν διακριτά αλλά –φυσικά- υπήρχαν και μειονεκτήματα, όπως καταστάσεις όπου έβλεπες γυναίκες περιποιημένες και κυρίες, δίπλα σε κάτι ουρακοτάγκους που το είχαν σκάσει από βόθρο οίκου ευγηρίας. Και φυσικά επειδή ο περισσότερος κόσμος λειτουργεί και καταλαβαίνει μόνο με τα άκρα και τίποτα ενδιάμεσο, η απάντηση στο άκρο του ουρακοτάγκου, είναι να πάμε στο άλλο άκρο της λουλουδωτής χνουδοκουνίστρας που ξυρίζει τα πόδια της. Δεν υπάρχει δηλαδή ένα ενδιάμεσο περιποίησης όπου ο Άντρας δε χρειάζεται να πασαλειφτεί με κρέμα νυκτός για να μπορεί να δείχνει αρρενωπός.

Όλα αυτά φυσικά, ξεκίνησαν από ένα πρόσωπο, τον Beckham ο οποίος ενώ ήταν ωραίος από καλούπι, έκανε παχυλά συμβόλαια με διάφορες εταιρίες και λανσάρισε ένα τύπο «άντρα» που δεν ντρέπεται να φροντίσει τον εαυτό του.

Παρενθετικά εδώ, να θυμίσω ένα από τα ελάχιστα memes που κυκλοφορούν εδώ στα σόσιαλ μύδια (clopyright by Σίλας Σεραφείμ) και περιέχει ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό σοβαρότητας και αλήθειας, είναι αυτό που λέει «σκεφτείτε πόσες βιομηχανίες θα έκλειναν αν οι γυναίκες ξαφνικά ένιωθαν ασφάλεια με τον εαυτό τους και το σώμα τους». Πόση, μα πόση αλήθεια περιέχει αυτή η δήλωση… Διότι φυσικά τι έχει γίνει μέχρι τώρα; Ο κόσμος της μόδας (και όχι μόνο) έχει λανσάρει πρότυπα τα οποία καταπιέζουν όσο δεν παίρνει τη γυναικεία ψυχοσύνθεση ενώ παράλληλα γεμίζουν τα μυαλά τους με ανασφάλειες, τις οποίες καρπώνονται στην τσέπη τους. Επειδή όμως ο τομέας των γυναικείων καλλυντικών έχει λίγο-πολύ κορεστεί, ποιο είναι το επόμενο βήμα σε μια αγορά που είναι εντελώς παρθένα; Μα φυσικά ο αντρικός πληθυσμός.

Η συνταγή είναι γνωστή πλέον και η συγκυρία την ευνοεί όσο ποτέ άλλοτε. Οι γυναίκες νομίζουν ότι θέλουν να το παίξουν κυνηγοί αλλά στην ουσία ακόμα περιμένουν να τις διεκδικήσουν, τα αρσενικά γενικότερα έχουν χάσει το μπούσουλα γιατί δεν ξέρουν τι να κάνουν και αντί να υιοθετήσουν μια τακτική και να την ακολουθήσουν, περιφέρονται άσκοπα στις δύνες της μόδας, οπότε λοιπόν, ποια είναι η απάντηση σε όλα αυτά; «Δεν προσέχετε αρκετά τον εαυτό σας, γι’αυτό δεν είστε επιθυμητοί».

Και έτσι απλά καταλήγουμε να βλέπουμε αρσενικά να ξυρίζουν τα πόδια τους, το στέρνο τους και γενικότερα να συμπεριφέρονται σαν γκόμενες. Έτσι απλά. Σαν γκόμενες. Με την κακή έννοια. Ο γυναίκες λοιπόν που παίρνουν τώρα την εκδίκησή τους, ακολουθούν με τη σειρά τους και αυτές τις επιταγές αυτής της καινούριας «μόδας» (μα τι παράξενο να ακολουθούν γυναίκες τις επιταγές της μόδας…) και ζητάνε από τους Άντρες να περάσουν από τα ίδια –στην ουσία- που έχουν περάσει αυτές για να γίνουν επιθυμητές, όπως τουλάχιστον νομίζουν. Δείχνεις ένα στέρνο που έχει κάποια τριχοφυΐα και η απάντηση είναι «άει ξυρίσου ρε!». Τι λες βρε εμπριμέ σαλοπέτα που θα πάω να ξυριστώ εγώ επειδή εσύ δεν ξέρεις τι θα πει Άντρας;

Το αποτέλεσμα βέβαια είναι ότι τα πιο ανασφαλή αρσενικά (κοινώς Άντρες που δεν έχουν πυγμή) ακολουθούν σαν τους χαχόλους τις επιταγές της μόδας, που επιβάλλουν συγκεκριμένο κούρεμα -ξούρα με τσουλούφι από πάνω-, γενάκι καλοσχηματισμένο για να δίνουμε την ψευδαίσθηση του μπρουταλ, επειδή προφανώς το κανονικό μπρουταλ δεν το αντέχει καμία, οπότε βολεύεται με την ψευδαίσθησή του (τι να λέει αυτό άραγε για το γυναικείο πληθυσμό…) και οι πιο τολμηροί, αρχίζουν την ολική ξούρα σώματος και όπου βγάλει. Γιατί εκεί καταντάς όταν δεν είσαι σίγουρος για τον εαυτό σου και δεν έχεις να επιδείξεις τίποτε παραπάνω από ένα εξωτερικό κέλυφος το οποίο γίνεται αρεστό χωρίς λόγο και αιτία.

Μετά βέβαια από όλα αυτά, παραμένει το ερώτημα: «Και πως βάζεις ένα «αντρίκιο» όριο της περιποίησης για να ξεχωρίσεις από τον «γυναικωτό ή την τζιβιλοτζιβιτζιλού,  μαϊμού που χτυπάει το δελφίνι και ξεχνουδιάζει τα ροδάκινα…;»

Το έγραψα και νωρίτερα. Είναι δύσκολο. Σε μια προσπάθεια να δω το θέμα από μια ορθολογική πλευρά, μπορώ να πω πως κατά τη γνώμη μου η προσέγγιση της περιποίησης δεν πρέπει να αγγίζει τα άκρα –όπως και κάθε άλλη συμπεριφορά. Το τι ορίζεται ως άκρο, είναι εύκολο να το δει κανείς, αρκεί να βάλει με το νου του περιστάσεις. Σκεφτείτε οι κυρίες να βγείτε με τον δικό σας και να έχει βάλει περισσότερη «βάση» από εσάς γιατί η λιπαρή του επιδερμίδα κάνει πολλές αντανακλάσεις. Ομοίως σκεφτείτε να δείτε ένα πρωινό την αγαπημένη σας αδιάβροχη Waterfast Lash της Mac να έχει τελειώσει, γιατί ο δικός σας θέλει λίγο πιο πλούσιες βλεφαρίδες όταν σας πεταρίζει τα ματάκια του. Ή ακόμα καλύτερα να σας φιλάει με το δικό σας φλογερό κόκκινο του Lipfinity της Max Factor στα χείλη. Για να μην πούμε για τις νύχτες που θα κάθεται δίπλα σας στον καθρέφτη να απλώνει τη δική σας ενυδατική της apivita (διαλέγει φυτικά καλλυντικά γιατί έχει και οικολογική συνείδηση έτσ’ ; ), γιατί το καυσαέριο είναι και λίγο ταλαιπωρία για το δέρμα. Ή που θα κάθεστε παρέα στη μπανιέρα τυλιγμένοι με πετσέτες μέχρι το μπούστο και οι δύο και αντί για την σωστή ενασχόληση στο ντους, θα κάνετε peeling στις φτέρνες για να φύγει η νεκρή επιδερμίδα. Και φυσικά, ούτε λόγος για την αιώνια διαμάχη για το ποιο ξυραφάκι με τρεις λεπίδες ξυρίζει καλύτερα τις γάμπες: το venus ή το mach 3; (προφανώς και μόνο Gillette!) Το Θα μπορούσε επίσης να δανείζεται εκείνο το ωραίο strapless σουτιενάκι της Victorias Secret, που σας είχε κάνει και δώρο, επειδή τελευταία έχει βάλει κιλάκια και εκεί λίγο στο στέρνο περισσεύει λίγο και τον κάνει να νιώθει άβολα...

Και όσες θεωρείτε τα παραπάνω «προοδευτισμό» και ανοιχτομυαλιά, απλά έχετε το ίδιο μυαλό με τα κοριτσάκια που νομίζουν ότι τα τζην μέχρι τον αφαλό είναι μόδα του 2014. Όχι. Δεν είναι προοδευτισμός αυτό. Είναι αλαλούμ.

Γενικότερα όμως ακόμα και αυτή η τάση του metrosexual δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια μόδα. Όπως λοιπόν με όλες τις μόδες, όταν βλέπεις κάποιον ή κάποια να ακολουθεί τυφλά τις επιταγές των, αυτομάτως μπορείς να διακρίνεις την ανασφάλεια που τους πιέζει να προσπαθήσουν να ανήκουν σε ένα ευρύτερο σύνολο μπας και γίνουν αποδεκτοί. Γιατί στην ουσία, αλλάζεις την εμφάνισή σου, όχι με γνώμονα την προσωπικότητά σου, αλλά με γνώμονα το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο το οποίο προσπαθείς να γίνεις αποδεκτός. Αυτό λοιπόν ακούγεται μεν λίγο ελιτίστικο (απεχθάνομαι οριζοντίως και καθέτως τον ελιτισμό καθώς είναι μια μορφή ρατσισμού) αλλά δείχνει αδύναμη προσωπικότητα και αυτομάτως μηδενίζει αυτό που αποκαλούμε διαφορετικότητα του ατόμου.

Γιατί –έτσι απλά- δεν μπορώ να δεχτώ ότι κάποιος είναι «μοναδική προσωπικότητα» ενώ την ίδια στιγμή επιδιώκει να αφομοιώνει –σε παθολογικό βαθμό- επιταγές του κοινωνικού συνόλου στο οποίο θα ήθελε να ανήκει. Αν όντως έχεις προσωπικότητα, υποστήριξέ τη.

Και ναι, μπορεί κάποιος –ως προσωπικότητα- να είναι «χαμαιλέοντας» αλλά τουλάχιστον προσωπικά διαφωνώ και δεν το βλέπω έτσι. Τον βλέπω σαν τσιουάουα. Με ροζ φιογκάκια. Και μπικουτί. Και τσιμπιδάκι στο λουρί. Και τρεντομοδάτο πουλοβεράκι. Που γαβγίζει συνέχεια.






Friday, October 24, 2014

Η σκατοψυχιά της ημέρας: Η ελληνίδα μάνα


Πριν ξεκινήσω, να ξεκαθαρίσω κάτι: Είμαι δεινός οπαδός της «μεσογειακής» οικογένειας που κρατάει τους δεσμούς και ας γίνεται υπερβολική τις περισσότερες φορές. Αυτό το πρότυπο της βόρειας Ευρώπης και της Αμερικής «Α, έχω παιδί …ναι… άντε να γίνει δεκαοχτώ να ξεκουμπιστεί από ‘δω μέσα» με απωθεί, με εκνευρίζει και αποτελεί έναν παραπάνω λόγο για να τους βρίζω όλους αυτούς εκεί πάνω. Αυτό για αρχή.

Τι λέγαμε; Α. Eλληνίδα μάνα. Δύο λέξεις, ατελείωτες έννοιες. Όποιος τις ακούσει, οι πρώτες λέξεις που του περνάνε από το μυαλό είναι καθημερινά πράγματα όπως ζακετάκι, φαγητό, μουρμούρα, γκρίνια και άλλα. Η ελληνίδα μάνα όμως δεν είναι κάτι τόσο απλό που απλά συγχέεται με τέτοιες ποταπές έννοιες. Είναι κάτι το υπερβατικό. Είναι κάτι πέρα από τα όρια κατανόησης που μπορεί να έχει ένας κοινός νους. Είναι απλά πιο μακριά.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η ελληνίδα μάνα κατάφερε να είναι παγκοσμίως γνωστή και να αποτελεί εξαγώγιμο προϊόν ακόμα και για το hollywood. Γενικότερα πρόκειται περί μιας Ιδέας η οποία δύσκολα μπορεί να οριστεί από τις απλές καθημερινές λέξεις. Μια Ιδέα που στέκεται μόνο σε υπερφυσική διάσταση, καθώς η ελληνίδα μάνα μπορεί να επιδείξει υπερφυσικές δυνάμεις που δεν συναντώνται στη φύση.

Μιλάς ψιθυριστά σε τρίτο άνθρωπο και ξαφνικά ακούγεται η φωνή της ελληνίδας μάνας που είναι τρια δωμάτια –με κλειστές τις πόρτες- πιο πέρα, να σου απαντάει κάτι σε στυλ «στα ‘λεγα εγώ αλλά δε με άκουγες» ή π.χ. έχεις βγει βόλτα με κάποιο θηλυκό και παρουσιάζεται μπροστά σου ντάμα μπαστούνι κρεμάμενη από αναρριχητικό γάντζο από παραπλήσιο εικοσαόροφο κρατώντας μια ζακέτα, γκρινιάζοντας ότι θα κρυώσεις και στο τέλος –για να βάλει και το κερασάκι στην τούρτα- σου θυμίζει ότι δεν είναι σωστό το σεχ (με Χ) χωρίς προφυλάξεις. Γενικότερα δηλαδή μιλάμε για γεγονότα που σε ωθούν στον αυτοτραυματισμό με τάσεις αυτοκτονίας…

Ξεκινώντας μια άλλη προσέγγιση, αυτή του γιού, μπορώ να πω με σιγουριά οτι η ελληνίδα μάνα πάσχει από οιδιπόδειο. Προφανώς αυτό δεν μπορεί να συμβεί με τις κόρες γιατί έχουν τελείως άλλη σχέση και ως γνωστόν καμία γυναίκα δεν "πάει" άλλη γυναίκα. Αντίθετα με τους πατεράδες που στα μάτια του γιου, βλέπουν το κολλητάρι τους που θα μιλάνε για μπάλα, αμάξια και άλλες χαζομάρες. Όταν όμως η ελληνίδα μάνα κάνει το γιό, εκεί το κοντερ τερματίζει. Τον ερωτεύεται. Τελεία και παύλα. Το παιχνίδι είναι χαμένο τελείως για το γιο και το μόνο που μένει είναι κάτι λεπτομέρειες για το πόσο έχει δαγκώσει τη λαμαρίνα μαζί του. Μη χαχανίζετε και με περνάτε για ανώμαλο, έτσι είναι. Και είναι πολύ απλό το γιατί: Ο γιός είναι ο μοναδικός Άντρας στη ζωή μιας γυναίκας που κυριολεκτικά μπορεί να τον κάνει οτι θέλει και να τον διαμορφώσει όπως θέλει. Κάτι που δε θα καταφέρει να κάνει ποτέ στον Άντρα-σύζυγο της γιατί τον έχει ήδη διαμορφώσει άλλη γυναίκα και δη η μάνα του. Ακούγεται τρομακτικό. Και όμως είναι. Από τις στυλιστικές επιλογές, όπου ποιός δεν έχει αισθανθεί άπειρο ρεζιλίκι βλέποντας παιδικές του φωτογραφίες, μέχρι και τη συμπεριφορά όπου πάει να προσάψει στο γιό τη γυναικεία κακοψυχία που τη διακατέχει. Εκεί μόνο ο πατέρας μπορεί να βάλει χέρι και να σώσει την κατάσταση.

Προέκταση της κατάστασης είναι όταν η ελληνίδα μάνα αντιλαμβάνεται ότι ο γιός βρήκε γκόμενα για σοβαρή σχέση. Εκεί ξεκινάνε τα «ωιμέ» δράματα όπου η ελληνίδα μάνα δίνει ρεσιτάλ που δεν το ονειρεύτηκε ούτε ο Αισχύλος όταν εμπνεύστηκε την έννοια της τραγωδίας. Και ίσως είναι η μόνη στιγμή στη ζωή μιας μάνας που εμπεριέχει κάτι ψίχουλα λογικής… Ξέρεις τι είναι να θρέφεις το βλαστάρι σου –και Άντρα των ονείρων σου –μην ξεχνιόμαστε- για 25-30-40 συνεχή χρόνια και να έρχεται το κάθε τσουλί (είπαμε καμία γυναίκα δεν πάει άλλη γυναίκα) και να σου παίρνει τα κόπια σου μέσα από τα χέρια σου;

Πριν από αρκετό καιρό είχα μιλήσει για τους πατεράδες που θέλουν οι κόρες τους να παραμείνουν παρθένες και μεταθάνατον, πιθανότατα γιατί πιστεύουν πως όταν οι κόρες τους τον παίρνουν, αισθάνονται ότι τον παίρνουν και αυτοί, συν ότι ξέρουν την αντρική νοοτροπία στο «πηδάω τσουλάκια» οπότε θέλουν να αποφύγουν τον χαρακτηρισμό για την κόρη τους. Εδώ όμως με την ελληνίδα μάνα, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Η ελληνίδα μάνα έχει επενδύσει τη ζωή της στο γιό της και ξαφνικά της τον κλέβουν μέσα από τα χέρια.

Και εκεί είναι που η ελληνίδα μάνα βάζει τη γυναικεία σκατομυαλιά και μικροψυχιά της για να εκδικηθεί το τσουλάκι που της έκλεψε τον Άντρα των ονείρων της: Δεν υπάρχει ελληνίδα μάνα που να δεχτεί –ως πεθερά- τη νύφη της. Τελεία και παύλα. Όσες ελληνίδες μανάδες εκεί έξω το παίζετε ανοιχτόμυαλες και προοδευτικές, σας έχω νέα: είστε το ίδιο ανώμαλες και απλά δεν το παραδέχεστε.

Όταν λοιπόν ο γιός –και Άντρας των ονείρων της- φεύγει από το σπίτι, η ελληνίδα μάνα ξεκινάει το καταχθόνιο σχέδιό της για να εκδικηθεί το τσουλάκι που της τον έκλεψε. Η ελληνίδα μάνα μεταμορφώνεται σε Ηρακλή Που(α)ρό και ελέγχει εξονυχιστικά τη δύσμοιρη τη νύφη της, σε σημείο που να μην αντέχεται. Από το πώς πεταρίζει τα βλέφαρά της («Μου τον τύλιξε το μουρόχαυλο, τίποτα δεν τον έμαθα!!») μέχρι τα ακάρεα της σκόνης που θα υπάρχουν κάτω από το σεμεδάκι που η ίδια επέβαλε να υπάρχει πάνω από την τηλεόραση («Εκτός από τσουλάκι είναι και βρωμιάρα!»).

Εδώ βέβαια ανοίγει μια παρένθεση την οποία κανείς δεν περιμένει να διαβάσει από εμένα αλλά είναι γεγονός οπότε δεν μπορούμε και να το κρύψωμεν άλλωστε: Ο γιός είναι τόσο μαμάκιας που ελάχιστες φορές αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να υπερασπιστεί το ταίρι του απέναντι στο αδηφάγο τέρας που λέγεται ελληνίδα μάνα. Τι να κάνουμε, είμαστε λογικότεροι αλλά όχι τέλειοι…

Η κόντρα συνεχίζεται ες αεί με την ελληνίδα μάνα να δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας και κακίας ανά πάσα ώρα και στιγμή. Το μόνο που αλλάζει είναι πως με τον καιρό πλέον δεν το κάνει μπροστά στη νύφη της ούτε στο γιό της, αλλά σίγουρα δε θα χάσει την ευκαιρία να κακολογήσει πρώτα τη νύφη –και ενίοτε το γιό- στις καρακακιασμένες κατινοφίλες της που είναι και αυτές τόσο κακιασμένες που την κακολογούν πίσω από την πλάτη της. Είπαμε γυναικεία φιλία, ΔΕΝ υπάρχει.

Γενικότερα, η πικρή αλήθεια είναι πως ό,τι και να γράψω, όσο και να μακρηγορήσω, δεν μπορώ να ξύσω καν την επιφάνεια του όντος –ή καλύτερα της Ιδέας- που αποκαλείται «ελληνίδα μάνα». Και το χειρότερο από όλα μα όλα, το έχω ήδη πει αλλά μπορεί άνετα να αποτελέσει και επίλογο στο παρόν πόνημα:

Η πίκρα της υπόθεσης, δεν είναι ότι οι μανάδες μας είναι έτσι όπως είναι. Η πίκρα της υπόθεσης είναι πως όλες εσείς που δεν έχετε γίνει ακόμη μανάδες και διαβάζετε αυτές τις γραμμές, σκέφτεστε πόσο δίκιο έχω, ενώ βρίζετε τις –to be- πεθερές σας, ενώ μόλις θα γίνετε οι ίδιες μανάδες, απλά θα διαιωνίσετε την απόκοσμη Ιδέα που ακούει στο όνομα «ελληνίδα μάνα». Γιατί περί Ιδέας πρόκειται, καθώς δεν υπάρχει τίποτα σ’αυτόν τον κόσμο που να της μοιάζει…

Κοινώς, την έχουμε βαμμένη….
Ευλόγησον.