Wednesday, January 20, 2016

Η σκατοψυχιά της ημέρας: Κουλτουρομουσικόφιλοι και μεταλλοξερόλες


…γενικότερα πρέπει να το πουλάς. Ακόμα και αν δεν το έχεις. Πρέπει να το πουλάς, για να δείξεις ότι είσαι κάποιος, ότι ξέρεις κάτι, ότι τέλος πάντων, δικαιολογείς το οξυγόνο που –κατ’ουσίαν- σπαταλάς. Οι μουσικές γνώσεις γενικότερα είναι και εύκολο προϊόν. Βρίσκεις εκεί μια μπάντα που δεν την ξέρουν ούτε αυτοί που παίζουν σ’αυτήν (Albert, για παράδειγμα… Όνομα κι’αυτό για μπάντα… Έλεος, τι πίνανε τα παιδιά; ), αρχίζεις να παραφουσκώνεις τις ανύπαρκτες ικανότητες των μελών της, παραφουσκώνεις και τα τιποτένια τραγούδια της και το πουλάς.

Πουλάς μούρη. Πουλάς γνώση, πουλάς φούμαρα ανασφάλειας για να δείξεις ότι κάποιος είσαι και ότι κάτι ξέρεις. Μιλάμε για «το έλα να δεις» του κενού. Οι πρώτες μου επαφές με τέτοια άτομα ήταν –προφανώς- στη μεταλλική κοινότητα, όπου οι γνωστοί μεταλλοπατέρες που είχαν ψάξει και την τελευταία μπάντα γιδοβοσκών ψαράδων στο Άνω Καταράχι του Illinois, οι οποίοι έπαιζαν κάτι μεταξύ… Όχι, όχι, δεν το παίζω –πλέον- αυτό το παιχνίδι των χαρακτηρισμών. Βαριέμαι. Παίζανε κουλαμάρες. Κουλαμάρες με σάλτσα τράγου και εσάνς ανικανότητας. Γι’αυτό δε τους έμαθε ούτε η μάνα τους. Ποτέ όμως.

Οι μεταλλοπατέρες παρ’όλα αυτά πουλούσανε μούρη γιατί με βαρύγδουπες λέξεις, σε πείθανε ότι αυτοί οι τραγοβοσκοί πορνοσταρ, μια μέρα θα γίνονταν διάσημοι. Κρατούσανε δε και τη μύτη τους ψηλά και πετούσαν τη γνωστή ατάκα «που να ξέρεις εσύ από αυτά» για να σε κάνουν να νιώσεις και άσχημα που δεν είχες ασχοληθεί μέχρι τώρα με το «ktinovasia metal». Προφανώς βέβαια, η κατάληξη όλων αυτών των «συγκροτημάτων» ήταν η αναμενόμενη: Ή που θα τους εξηγούσε τον έρωτα ο τράγος στον οποίο έκαναν μεταλλική καντάδα, ή –στην χειρότερη- θα παίζανε το «χτύπα με να σε χτυπώ, να ερωτευτούμε στο βυθό» με έναν θαλάσσιο ελέφαντα. Με άλλα λόγια, άπαντες, άπατοι.

Με τα χρόνια, κατάφερα να ξεφορτωθώ όλη αυτήν την τραγίλα από τις πλάτες μου  και πάνω που χάρηκα ότι ξέφυγα από την πανούκλα της μουσικοξερολίασης, το σύμπαν μου έκανε ένα νεύμα με το μεσαίο του δάχτυλο και μετά με έχωσε στο λάκκο με τους κουλτουριαραίους. Ναι, εντάξει, είναι εκεί που κάποια στιγμή –όταν είσαι κοντά στο τέλος της ζωής σου- αφηγείσαι καταστάσεις με τον τίτλο «η ζωή παίζει περίεργα παιχνίδια»...

Κουλτουριαραίοι λοιπόν. Εκεί που νόμιζα ότι ο πάτος ήταν οι τραγομεταλλοξερόλες, ξαφνικά βρέθηκα μπλεγμένος με τριχωτούς ξυπόλητους χίπηδες των δύο ακόρντων και του λιγδωμένου cajon που βρωμάει ποδαρίλα.

Δε γίνεται ρε. Δεν είναι σωστό. Εκεί που λες ότι έχεις δει τον πάτο με τα μάτια σου και έχεις μάθει πλέον να διαχειρίζεσαι τους μεταλλοπατέρες, ξαφνικά σου σκάνε μύτη οι τζιβάτοι βρωμοπόδαροι με τη λιγδωμένη lac στο μαλλί και στο παίζουν υπερβατικά όντα που ενυπάρχουν στο μουσικό στερέωμα, παρέα με πουά δράκους, μονόκερους με εικοσάποντα και βραδύποδες με ζαρτιέρες.

Οι τύποι είναι το έσχατο του αίσχους. Δεν πάει παραπέρα. Όχι μόνο είναι κάτι τελευταίοι ψευτολελέδες, αλλά νομίζουν ότι το κλειδί του σολ, ανοίγει την πίσω πόρτα της Αλίκης που έκανε βόλτα στη χώρα των θαυμάτων. Όλο αυτό το μουσάτο συνονθύλευμα, απλά είναι ότι χειρότερο έχει να επιδείξει η εξελικτική θεωρία τους τελευταίους αιώνες. Το μόνο που ξέρουν είναι πώς να χειρίζονται το –απαραίτητο- αηφώνι τους και πώς να βγάζουν σέλφι.

Από μουσικές γνώσεις, είναι κλάσεις χειρότεροι από τους μεταλλοξερόλες καθώς το μόνο που μπορούν να αναγνωρίσουν, είναι οι ρε ματζόρε που βγάζουν όταν πέρδονται στοιχισμένοι. Συν βέβαια το γεγονός ότι οι μεταλλοπατέρες κάποτε έλιωναν για να βρουν κασέτες, βινύλια και να φτιάξουν μια μουσική συλλογή, ενώ τώρα τα φουντωτά κανις της κουλτούρας, παριστάνουν τους μουσικογνώστες με λίστες από youtube. Κατά τα άλλα, βρίσκουν –και αυτοί με τη σειρά τους- διάφορους άγνωστους ψαροβάτες (που το μόνο αναπαραγωγικό σύστημα που έχουν δει στη ζωή τους, είναι αυτό της μεσογειακής σαρδέλας) για να τους «πουλήσουν» σε κάτι πανηλίθια γκομενάκια μπας και τα ρίξουν. Και –δυστυχώς- τα ρίχνουν. Γιατί –ως γνωστόν- τα άνωθεν «γκομενάκια», ψαρώνουν αμέσως μόλις μυριστούν ψαγμενιά, άσχετα αν είναι ανυπόστατη και κενή περιεχομένου. Θέλουν απλώς να ζήσουν την αυταπάτη ότι –και καλά- έχουν δίπλα τους κάποιον ψαγμένο κουλτουριάρη…

Δεν πρόκειται να εξελιχθούμε ποτέ. Ποτέ όμως. Δαρβίνε, θα τα έβαζες τα κλάματα.




Monday, January 18, 2016

Η σκατοψυχιά της ημέρας: Ψώνια κλίμακας και η εφαρμογή τους στα social media


Πόσο μ’αρέσει όταν ακούγομαι σα λόγιο μυγόχεσμα… Τον όρο «ψώνια κλίμακας» θα τον διαβάσει κανένας που να καταλαβαίνει και πέντε πράγματα και θα γελάει, αλλά είναι η καλύτερη περιγραφή που μπορώ να δώσω, για όποιον έχει υπομονή να διαβάσει παρακάτω.

Είναι γενικότερα γνωστό ότι τις ανοησίες του ο καθένας τις κάνει όπου τον παίρνει να τις κάνει. Εκτός αν είναι ηλίθιος… Όπως εγώ… Που έχω για μότο το “Shoot first, ask questions later” το οποίο με έχει βάλει σε μπελάδες ουκ ολίγες φορές αλλά τι να λέμε τώρα… Που είχαμε μείνει; Α. Ανοησίες. Επειδή λοιπόν ο περισσότερος κόσμος δεν είναι (τόσο) ηλίθιος, μαθαίνει πολύ γρήγορα το πόση μαγκιά μπορεί να πουλήσει, αναλόγως με το περιβάλλον που βρίσκεται.

Για κακή μου τύχη, η συγκεκριμένη συμπεριφορά παρουσιάζεται και στα δύο φύλα, απλώς έχει διαφορετική έκφανση στο καθένα. Μμμμμμ μου μυρίζει σεξισμός με τόση διαφορετικότητα αλλά το παραβλέπω.

Από όλα τα περιβάλλοντα που μπορεί να βρεθεί ένας άνθρωπος, το πιο εύκολο για να πουλήσει ανέξοδη μαγκιά, είναι αυτό που περιλαμβάνει μια οθόνη και ένα πληκτρολόγιο, το οποίο ενίοτε μπορεί να είναι και εντός της οθόνης. Από τότε που ανακαλύφθηκαν τα chat rooms κάποτε παλιά, απαξάπαντες αντιλήφθηκαν ότι μπορούσαν να κρυφτούν πίσω από ένα πληκτρολόγιο και μια πλαστή ταυτότητα για να πουλήσουν αυτό που ποτέ των ποτών δε θα μπορούσαν να πουλήσουν, αν βρίσκονταν μέσα σε μια παρέα, ή αν τέλος πάντων είχαν έναν άλλο άνθρωπο απέναντί τους. Οι πιο σώφρονες –που ανέκαθεν ήταν λιγότεροι- κατάλαβαν ότι δεν είναι ηθικό να πουλάς κάτι που δεν είσαι, αλλά στην καλύτερη να δώσεις απλά μια υπερβολική πλευρά του εαυτού σου.

Ήδη από τότε υπήρχαν τιτανοτεράστιες περσόνες όπως αυτή του νέρντουλα που έξω στο δρόμο δεν μπορούσες να του πάρεις κουβέντα γιατί κοιτούσε μόνο τα πλακάκια του πεζοδρομίου και μετρούσε ψυχαναγκαστικά τις ρωγμές που έβλεπε, ενώ μέσα στο chat room, ξεδίπλωνε τον σούπερ ήρωα που πάντα έκρυβε μέσα του. Αντίστοιχα, τότε, για να βρεις γυναίκα συνδεδεμένη σε chat room, έπρεπε να ακροβολιστείς στον πύργο των Αθηνών με τουφέκι που να έχει εμβέλεια κοντά στα πενήντα χιλιόμετρα μπας και δεις κάτι. Νταξ, δεν ήθελες τουφέκι, πύραυλο εδάφους-εδάφους ήθελες αλλά ας μην το κάνουμε θέμα. Το θέμα είναι πως αυτή η μια γυναίκα, μόλις έμπαινε στο chat room, τραβούσε όλη την προσοχή από τους ασέξουαλ ανέραστους νέρντουλες, οπότε ξαφνικά ένιωθε ότι ήταν η Cindy Crawford (μιλάμε για τότε έτσι; ). Άσχετα που κάθε πρωί που την έβλεπε ο καθρέφτης, την παρακαλούσε κλαίγοντας να τον σπάσει για να γλιτώσει το μαρτύριο. Μέσα στο chat room, ήταν γυναίκα, άρα θεά.

Τα χρόνια πέρασαν, η τεχνολογία εξελίχθηκε και έγινε προσιτή στον καθένα. Έτσι λοιπόν, ο αριθμός των χρηστών, αυξήθηκε γεωμετρικά, οπότε αυξήθηκαν γεωμετρικά και τα ανασφαλή ψώνια που πίσω από ένα πληκτρολόγιο και ένα άβαταρ με σεξουαλικό υπονοούμενο (κοιλιακούς, γλουτούς, μπούστο, πάρε να ‘χεις) αρχίσανε να πουλάνε… ό,τι μπορούσαν τέλος πάντων.

Αντίστοιχα λοιπόν και σήμερα, τα διάφορα ψώνια κλίμακας, ζυγίζουν το πόσο ψωνισμένοι μπορούν να το παίξουν, αναλόγως ποιος τους μιλάει… Έχεις περισσότερους followers στο twitter, επειδή έβγαλες τους κοιλιακούς σου ή τους γλουτούς σου; Ε, σου φέρομαι με σεβασμό. Έχεις περισσότερους φίλους στο φατσομπούκι για αντίστοιχους λόγους; Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Το οποίο βέβαια δουλεύει και αντίστροφα. Όταν δεν είσαι τόσο δημοφιλής, σε αποκαλούν «δεύτερο account» ή γενικότερα σνομπάρουν τα σχόλιά σου γιατί δεν έχουν βάρος, ή βάθος, ή τέλος πάντων δεν αποπνέουν την ψωνίλα που πρέπει να αποπνέουν.

Και ποιος είναι ο «συνδυασμός που σκοτώνει» για να γίνεις κάτι τέτοιο σήμερα; Μα φυσικά να είσαι τρεντυμπόης ή ντρεντυγκερλ (τα έχουμε πει για τις μόδες…), να μπορείς να γράψεις ένα έξυπνο one-liner, άσχετα αν δε,ν μπορείς να «κρατήσεις» μια σοβαρή συζήτηση, ανεξάρτητα με το θέμα, γιατί «βαριέσαι» (με άλλα λόγια σου λείπει εγκέφαλος και κριτική σκέψη) και φυσικά να μπορείς να βγάλεις ένα αξιοπρεπές σιξπακ ή τρία κιλά καλοσχηματισμένα κωλομέρια  ή τέλος πάντων ένα σουτιέν που να έχει μπούστο μέσα, γιατί αυτό θέλουν τα περισσότερα ανέραστα λιγούρια να βλέπουν. Από εκεί και πέρα μπορείς να λες ό,τι θες και πάλι θα έχεις κοινό. Ακόμα και αν αντιφάσκεις χειρότερα από ανεγκέφαλο χρυσαύγουλο (πράμα εξαιρετικά δύσκολο…).

Και φυσικά εννοείται πως όλοι αυτοί –πίσω από χαζές δικαιολογίες-, αποφεύγουν όπως τα αγοράκια τα ματωμένα ταμπον (οι Άντρες δεν τα φοβόμαστε), ακόμα και την ιδέα να πουλήσουν όλη αυτήν τη μούρη κατά πρόσωπο.

Λοιπόν, ανασφαλή ανθρωπάκια; Επειδή δεν πρόκειται να κατεβείτε απ’το καλάμι που σας έχουν ανεβάσει τα –ακόμα- πιο ανασφαλή ανθρωπάκια, απλά να ξέρετε ότι σας έχουμε μυριστεί γιατί βρωμάτε χειρότερα κι από ‘μένα μετά από πρόβα και όχι τίποτε άλλο, αλλά μολύνετε με τα bits σας το διαδικτυακό περιβάλλον, αφού προφανώς τη μούρη μπορείτε να την πουλήσετε μόνο εκεί.

Γιατί αν τυχόν προσπαθήσετε να την πουλήσετε αλλού, απλά θα σας έρθει μια μυρωδιά χαλασμένης φασολάδας, απ’ευθείας απ’την αιθέρια κορμάρα του Πάγκαλου.

Άιντε με τους Βελουχιώτες του πληκτρολογίου και τις ξεπεσμένες μοντέλες της agent provocateur.