Tuesday, July 5, 2016

Η σκατοψυχιά της ημέρας: Το Μανιφέστο της Σκατοψυχιάς


Μήπως είμαι ρατσιστής;
Μήπως είμαι μισογύνης;
Μήπως είμαι μισάνθρωπος;
Μήπως είμαι ψυχασθενής;


Τις περισσότερες φορές που ανεβάζω τα διάφορα σούργελα, πάντα υπάρχει μια φωνή (συνήθως γυναικεία είναι και πείτε με ότι θέλετε αλλά τα γεγονότα είναι απλά γεγονότα) η οποία θα αναφωνήσει με στόμφο «Και εσύ τι πρόβλημα έχεις ρε φίλε;» και μετά φυσικά πρέπει να κάτσω κάθε φορά να εξηγήσω τη θέση μου, όχι από ψυχαναγκασμό, αλλά επειδή μισώ θανάσιμα οτιδήποτε έχει να κάνει –έστω και από μακριά- με το ρατσισμό κατά κύριο λόγο αλλά και γιατί είναι εντυπωσιακό το πόσο εύκολα παρεξηγούνται κάποιοι.


Πρώτα απ’όλα θέλω να ξεμπερδεύω με κάτι που θεωρώ άκρως προσβλητικό και αυτό είναι ο ρατσισμός. Τον απεχθάνομαι σε όλες του τις εκφάνσεις. Κάθετα. Και τέλος. Εάν κάποιοι πιστεύετε ότι είμαι ρατσιστής επειδή αναφέρομαι κοροϊδευτικά σε κάποιους και τραβάω ορισμένες πλάκες από τα μαλλιά, λυπάμαι αλλά δεν ξέρετε τι είναι ρατσισμός. Μάθετε πρώτα και μετά ελάτε να συζητήσουμε.


Aπό εκεί και πέρα δεν έχω κάποιο «πρόβλημα» ή δε με «ενοχλεί». Αν είχα πρόβλημα, δε θα γελούσα. Το ίδιο και αν με ενοχλούσε κάτι. Δεν ξέρω αν το συνειδητοποιείτε αλλά όταν γελάς με κάτι που σε ενοχλεί, έχεις άλλου τύπου προβλήματα που δεν λύνονται μέσω των σόσιαλ μύδια που λέει και ο Σίλας Σεραφείμ (αγαπάμε).


Ας πιάσουμε όμως τα βασικά.
Όλοι μας κάθε πρωί που σηκωνόμαστε από το κρεβάτι, κάνουμε μια επιλογή ρούχων για να βγούμε από το σπίτι. Οι γυναίκες λοιπόν που έχετε και μεγαλύτερη γκαρνταρόμπα και πιο πλούσια χρωματική παλέτα, τις περισσότερες φορές, δε θα διαλέξετε ένα φούξια κολλητό παντελόνι με μια καφέ κελεμπία-ριχτάρι από πάνω. Νταξ, εμείς το ‘χουμε πιο εύκολο, αλλά και πάλι, δε θα φορέσουμε τζην κάτω με μωβ σκαρπίνι και λαχανί πουκάμισο.

Υπάρχει λόγος που κανένας –ανεξαρτήτως φύλου- δεν κάνει τέτοιες στυλιστικές επιλογές: Δεν θέλουμε να μας δείχνουν οι άλλοι και να γελάνε.


Ομοίως, για λόγους που δεν υπάρχει λόγος να εξετάσουμε, μπορεί κάποιοι από εμάς να έχουμε παραπανίσια κιλά. Δεν έχει καν σημασία το πόσα. Εμείς οι άντρες λοιπόν, υπάρχει πολύ συγκεκριμένος λόγος που δεν φοράμε μπλουζάκια για κούκλες καταστημάτων πάνω από τη μπυροκοιλιά που μοιάζει να είναι περίπου στον 14ο μήνα της εγκυμοσύνης. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο εσείς οι γυναίκες όταν έχετε περιττά παχάκια, αποφεύγετε τα τσιτωμένα προκλητικά ρούχα ή ακόμα χειρότερα τα αραχνοΰφαντα seethrough που βγάζουν στη φόρα αυτές τις ατέλειες.

Θέλετε να το γυρίσουμε σε κοινωνική συζήτηση για το πώς η κοινωνία μας θέλει να κρυβόμαστε όταν έχουμε ατέλειες; Μπορούμε. Αλλά δεν έχει νόημα και δεν είναι επί του παρόντος.

Α και κάπου εδώ πρέπει να ενοχοποιήσουμε –ναι, σωστά διαβάσατε- τα περιττά κιλά και να σταματήσει το παραμύθι με το «είμαι ακόμπλεξάριστος/η». Δεν είναι τυχαίο που σε οποιονδήποτε γιατρό και να πάτε, η πρώτη κουβέντα θα είναι «χάσε βάρος», όχι για να φτάσεις σωστό δείκτη μάζας σώματος και να γίνεις εξώφυλλο στην ανορεκτική Vogue, αλλά γιατί όταν είσαι υπέρβαρός είσαι δυσλειτουργικός σε πάρα πολλούς τομείς (από ορθοπεδικά μέχρι αιματολογικά) και ρισκάρεις την μετέπειτα υγεία σου. Α και όποιος θέλει να μου πει για το χοντρό θείο του που πέθανε 130 χρονών και ήταν 290 κιλά, πριν κάνει τον κόπο να γράψει, να κάνει μια μελέτη για το πόσοι είναι αυτοί που μπορούν με άσωτη ζωή να ξεπεράσουν το μέσο όρο ηλικίας.

Α, φυσικά εδώ μπορείτε κάλλιστα να μου πείτε «Μια ζωή την έχουμε» κτλ. Δικαίωμά σας να κάνετε ότι γουστάρετε. Δικαίωμά μου να εκφράσω δημοσίως τη γνώμη μου, όχι γιατί είμαι κριτής των πάντων και υπεράνω, αλλά γιατί έχω κρίση και γνώμη και δε φοβάμαι να την εκφράσω δημοσίως, όπως οι περισσότεροι. Και στην τελική δεν είναι τυχαίο που δεν κράζω π.χ. τη Μαρίζα Κωχ ή τον Κραουνάκη (αυτός είναι για ξύλο αλλά για άλλους λόγους) για το βάρος τους, επειδή ακριβώς δεν προκαλούν κανέναν.

Αφού λοιπόν ξεκαθαρίσαμε και τα του πάχους, να γυρίσω λοιπόν στο γεγονός ότι οι περισσότεροι –ας μην χρησιμοποιήσω τη λέξη  «κρύβουμε»-, αν μη τι άλλο, δεν επιδεικνύουμε προκλητικά τα περιττά κιλά μας αλλά τουλάχιστον τα καμουφλάρουμε επιμελώς. Υπάρχει λόγος που το κάνουμε και αυτό: Δεν θέλουμε να μας δείχνουν και να γελάνε.


Για τα περί μισογυνισμού που μου προσάπτονται, τα πράγματα είναι πολύ απλά: Δεν είμαι μισογύνης, απλά πιστεύω πως οι Γάλλοι έκαναν και κάτι σωστό όταν είπαν «cherchez la femme» (ψάχτε τη γυναίκα), κοινώς πίσω από κάθε μεγάλη καταστροφή κρύβεται μια γυναίκα. Ομοίως θα μπορούσαμε να πουμε ότι γίνεται το ίδιο και για κάθε επιτυχημένο άντρα που βλέπουμε αλλά αυτό δε με εξυπηρετεί όταν κράζω, οπότε δεν το χρησιμοποιώ. Αυτό που είμαι με τα χίλια, είναι σεξιστής. Δεν πιστεύω με την καμία στην ισότητα των φύλων. Προσοχή εδώ: Όχι σε επίπεδο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά σε επίπεδο φύλων.

Πριν ανοίξετε το στόμα σας για να κράξετε, ξαναδιαβάστε την παραπάνω πρόταση και σκεφτείτε την καλά γιατί προβλέπω να διαβάζω ατελείωτες μπούρδες τις οποίες οι φεμινίστριες ξερνάνε ανερυθρίαστα μη συνειδητοποιώντας το πόσο χαμηλού νοητικού επιπέδου είναι. Δεν μπορούμε να είμαστε ίσοι γιατί πολύ απλά είμαστε διαφορετικοί. Πολύ διαφορετικοί. Όπως ένα mixer και ένα blender. Ακριβώς έτσι. Το καθένα είναι φτιαγμένο να κάνει τη δουλειά του μέσα στην κουζίνα και μάλιστα και τα δύο είναι απαραίτητα. (To πιάσατε το υπονοούμενο οι φεμινίστριες για το παράδειγμα της κουζίνας, έτσι; )

Και όχι, δεν ζω με βάση τη ρήση του μεγάλου Sledge Hammer «Women are supposed to be at home, barefoot and pregnant». Μισώ τον ισοπεδωτισμό των φύλων σε όλα του τα επίπεδα και πιστεύω ότι είναι υπεύθυνος (μαζί με τις φεμινίστριες) για τη σημερινή τραγελαφική κατάσταση που έχουν περιέλθει οι σχέσεις των δύο φύλων. Α επίσης, το μόνο για το οποίο είναι χρήσιμες οι φεμινίστριες στις δυτικές κοινωνίες, είναι για να γράφουν με spray στους τοίχους των σπιτιών τους τα ηλίθια φεμινιστικά τους συνθήματα και μετά να τα καθαρίζουν. Και μετά από καθαρό ψυχαναγκασμό να τα ξαναγράφουν και να τα ξανακαθαρίζουν.


Υπάρχει και άλλο κουλό που δε θα έδινα σημασία αλλά επειδή το άκουσα και αυτό από κοντινό μου πρόσωπο, θα κάνω την καρδιά μου πέτρα και θα το πιάσω και αυτό: Ομοφυλόφιλοι. Υπάρχουν αυτοί που νομίζουν ότι έχω πρόβλημα με τους ομοφυλόφιλους. Εσείς λοιπόν που το νομίζετε αυτό ξεκαθαρίστε κάτι στο μυαλό σας: Υπάρχει σαφέστατος διαχωρισμός μεταξύ του «Ομοφυλόφιλος / gay» και του «κραγμένη του κερατά». Επειδή λοιπόν δε σας ενδιαφέρει να κάτσετε να κάνετε το διαχωρισμό αλλά με συνοπτικές διαδικασίες να τσουβαλιάσετε (τι αστείο, με κατηγορείτε για το ίδιο πράγμα…) αυτά που ανεβάζω, ας τον κάνω εγώ για εσάς. Επειδή έχω κάνει αρκετά χρόνια παρέα με ομοφυλόφιλους, διαπίστωσα πως –όπως όλοι οι άνθρωποι, έτσι και αυτοί, χωρίζονται σε αυτούς που προκαλούν και αυτούς που είναι αξιοπρεπείς. Εξ’ου και ο παραπάνω διαχωρισμός. Και φυσικά το εάν είσαι γελοίος, δεν έχει καμία σχέση με το σεξουαλικό σου προσανατολισμό, οπότε αποφύγετε αυτές τις επικίνδυνες γενικεύσεις. Πάλι, δεν είναι τυχαίο που δεν ασχολήθηκα ποτέ με το Γ. Μαρίνο ή την Αρλέτα, λόγου χάρη. Σας λέει κάτι αυτό; Μπα ε;


Και για να το σουμάρουμε όλο το παραπάνω στο εξής απλό παράδειγμα:

Γιατί γελάω με έναν άντρα μανικιουρίστα που κουνάει και την αχλαδιά;
Γιατί πολύ απλά μου είναι τόσο ξένο που μου φαίνεται αστείο. Αλλά τίποτα μα τίποτα πέρα από αυτό. Γελάω για να καλύψω την άγνοιά μου; Μπορεί.
Θα γινόμουν μανικιουρίστας; Όχι. Αλλά δε δέχομαι σε καμία μα καμία περίπτωση οτι ενοχλούμαι από έναν άντρα μανικιουρίστα που ξεχνουδιάζει τα ροδάκινα.

Αν υπήρχε άντρας που θα μπορούσε να μου κάνει σωστά μια "γυναικεία" δουλειά (αν π.χ. έφτιαχνα τα νύχια μου) και μπορούσα να τον εμπιστευτώ στη δουλειά του, δε θα το σκεφτόμουν ούτε δευτερόλεπτο το να πάω σε αυτόν, ανεξάρτητα του σεξουαλικού του προσανατολισμού, του ντυσίματός του και όλα αυτά τα επιφανειακά με τα οποία νομίζετε ότι έχω πρόβλημα.


Γενικότερα, ας έχετε στο μυαλό σας το εξής πολύ απλό:

Όταν ζεις σε ένα κοινωνικό σύνολο, εκτίθεσαι. Εκτίθεσαι με το που βγαίνεις έξω από την πόρτα της ιδιοτικότητάς σου –ή αλλιώς του σπιτιού σου-. Σε βλέπει κόσμος και απ’αυτό που βλέπει, σχηματίζει μια άποψη.

Όχι, έλεος μην αρχίσετε πάλι τις βαρύγδουπες γελοιότητες «μην κρίνεις από την εξωτερική εμφάνιση». Θέλετε δε θέλετε, όλοι σας κρίνετε από την εξωτερική εμφάνιση. Το γεγονός ότι κάποια στυλάκια σας είναι πιο οικεία και δεν νιώθετε την ανάγκη να κάνετε σαν μπαρμπάδια που βλέπουν μαλλιάδες και τους λένε σατανιστές, δε σημαίνει ότι δεν κρίνετε από την εμφάνιση. Και όσοι από εσάς καυχηθείτε ότι δεν το κάνετε, απλά είτε λέτε ψέματα στον εαυτό σας, είτε δεν έχετε καταλάβει ότι το κάνετε ασυναίσθητα.

Απλά πράγματα: Βλέπετε έναν τύπο να βολτάρει, που είναι στην πέννα φρεσκοξυρισμένος, κουστουμάτος, με το αρωματάκι του και ένα γοητευτικό χαμόγελο αυτοπεποίθησης (νταξ, οι κυρίες μη σαλιαρίζετε, ξεκολλάτε). Θέλετε να μου πείτε ότι δε θα σκεφτείτε τίποτα: Ούτε τι δουλειά θα μπορεί να κάνει, ούτε από τι οικογένεια θα μπορεί να είναι, ούτε και το πόσα θα βγάζει. Καλά οι κυρίες στάνταρ δε σκέφτονται και τι να του πουν για να κάνουν τα παιδιά του….

Και εδώ είναι το μεγάλο ζήτημα: Σε πολλούς αυτό το στυλάκι που περιέγραψα, δεν αρέσει, οπότε δεν ασχολούνται, συνεπώς δικαίως θα μου γράψουν από κάτω «δε σκέφτομαι τίποτα γιατί δε με ενδιαφέρει». Ναι αλλά υπάρχουν και άλλα στυλάκια που σας ενδιαφέρουν! Όταν λοιπόν έρθετε αντιμέτωποι με ένα τέτοιο στυλάκι που σας είναι πιο οικείο, αμέσως αρχίζετε να σκέφτεστε διάφορα πράγματα γι’αυτόν (ή αυτήν) που φέρει το συγκεκριμένο στυλάκι.

Δεν είναι κακό. Δεν είναι μεμπτό. Είναι απόλυτα φυσιολογικό, γιατί είμαστε κοινωνικά όντα και ζούμε σε ένα κοινωνικό σύνολο, οπότε είναι απολύτως φυσιολογικό το να ασχολούμαστε και με το τι κάνει αυτός που είναι δίπλα μας. Άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο, ελάχιστοι καθόλου. Προσωπικά τουλάχιστον είμαι σε αυτούς που τους αρέσει να ασχολούνται περισσότερο (hello Captain Obvious!), όχι γιατί έχω χρόνο για χάσιμο αλλά γιατί έχει πλάκα και είναι πάντα ένα ευχάριστο θέμα που προκαλεί ευεξία σε αρκετούς από εμάς. Τώρα σ’εσάς που δεν προκαλεί, σας λυπάμαι –αρχικά- και επίσης, ελπίζω να έχετε καλούς φίλους που να σας κάνουν να γελάτε.

Και για να το κλείσουμε όλο αυτό το σεντόνι, μπορείτε ελεύθερα να θεωρήσετε ότι είμαι μισάνθρωπος και χαίρομαι με τη βλακεία των άλλων. Απλά να ξέρετε ότι κάνετε το ίδιο πράγμα για το οποίο κατηγορείτε εμένα: Με κρίνετε, χωρίς να με ξέρετε και ειλικρινά, χαίρομαι πολύ γι’αυτό :D





Monday, February 1, 2016

Η σκατοψυχιά της ημέρας: Η δηθενιά της χιπστεριάς


Συχνάκις εισπράττω κριτική για το γεγονός ότι τα έχω βάλει τόσο σφοδρά με τους χιπστεράδες και το χιπστερισμό γενικότερα. «Τι σου έχουν κάνει» είναι ένα από τα πιο συχνά ερωτήματα, λίγο πριν ξεκινήσει η κριτική. «Τίποτα» είναι η απάντηση. Αλίμονο αν ήμουν τόσο ευάλωτος ώστε να μπορεί να με αγγίξει –με οποιονδήποτε τρόπο- η χιπστεριά.

Τι γίνεται όμως; Γιατί το χιπστερικό κίνημα μου είναι τόσο απεχθές; Τι διαφορά έχει από μια οποιαδήποτε άλλη μόδα, η οποία έρχεται και παρέρχεται; Για ποιο λόγο θεωρώ ότι οι χιπστεράδες (και οι χιπστερούδες ε;) αξίζουν μόνο για να δοκιμάζουν νάρκες;

Η απάντηση είναι πάρα πολύ απλή: Οι μόδες γενικότερα δεν συνοδεύονται από κάποια ιδεολογία. Σου έρχονται με το γνωστό σπινθηροβόλο βλέμμα της αγελάδας και σου λένε «Εδώ είμαι». Αν θες, τις υιοθετείς. Αν δε θες, μένεις μακριά. Ο χιπστεράς όμως, πέρα από τη φάτσα βραδύποδα σε οργασμό, σου φέρνει και ένα τσουβάλι δήθεν ιδεολογίας για να σου δικαιολογήσει την επιλογή του. Μια ιδεολογία που μπορεί μόνο να συγκριθεί με αυτή τη γκριζόμαυρη γλίτσα που μένει στους πλαστικούς σωλήνες αποχέτευσης.

Ναι αλλά γιατί όμως τόσο μένος για μια ιδεολογία που –πολύ απλά- μπορείς και να μην ασπαστείς;

Γιατί πολύ απλά ο χιπστερισμός και η δήθεν ιδεολογία του, έρχονται παρέα με την δηθενιά, την ημιμάθεια και το ξερολίστικο τουπέ, ένας συνδυασμός που  –σ’εμένα τουλάχιστον-προκαλεί μια ιδιόμορφη αναγούλα που μου φέρνει κακές αναμνήσεις, από τότε έφτυνα τις bebelac γιατί δεν είχαν γεύση Μακαρόνια.

Δηθενιά. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της δηθενιάς, είναι αυτή η «ρετρίλα» που διακατέχει όλα αυτά τα δίποδα σουρωτήρια ιδεολογίας. Μια ρετρίλα ανούσια, καθώς όλοι αυτοί, αν καλούνταν να ζήσουν στην εποχή που –και καλά- αναπολούν και θέλουν να αναπαράγουν, το πιο πιθανό είναι ότι θα είχαν αυτοκτονήσει καταπίνοντας τσουβάλια φαγόπυρου.

Γιατί στο χιπστερισμό είναι κουλ να ντύνεις το αηφώνι 6 με πλαστική θήκη με ξύλινο τύπωμα. Και φυσικά είναι πολύ κουλ να έχεις και ένα ακουστικό από περιστροφική τηλεφωνική συσκευή Siemens του ’80. Το οποίο όμως, πρέπει να περιέχει κάψες (ναι χιπστεράδες, ψάχτε να δείτε τι είναι οι κάψες) που να ανταποκρίνονται στα hi-fi standards ενός αηφωνιού, γιατί αν ο χιπστεράς ακούσει τη φωνή της χιπστερούς όπως ακούγαμε εμείς τις φωνές το ’80, θα βάλει τα κλάματα...

Γιατί στο χιπστερισμό είναι κουλ να κυκλοφορείς με ρετρίλα βεσπάκι, το οποίο όμως έχει τελευταίας τεχνολογίας κινητήρα με injection και ηλεκτρική μίζα. Γιατί αν βάλεις το χιπστερά να κυκλοφορήσει με αληθινό βεσπάκι του ’80 που θέλει μανιβέλα και έχει τσοκ (και όχι ηλεκτρονική ανάφλεξη με injection), το πιο πιθανό είναι να το πετάξει στον πλησιέστερο κάδο ανακύκλωσης (ναι, τουλάχιστον ο χιπστεράς έχει οικολογική συνείδηση… Κατά κανόνα πάντα…)…

Γιατί στο χιπστερισμό, μπορείς να προβάλλεις στον προτζέκτορα ενός μαγαζιού εστίασης, το Prince of Persia και να μη σε πάρουμε με τις πέτρες όλοι εμείς που λιώσαμε να παίζουμε 8μπιτα παιχνίδια και κάναμε αμάν να μπορέσουμε να πάμε σε κάτι πιο ποιοτικό με παραπάνω από 16 χρώματα.

Γιατί στο χιπστερισμό, μπορείς πολύ απλά να πάρεις ένα παλιό κομμάτι στο οποίο θα προσθέσεις το εφέ του βινυλίου (το οποίο κάνανε αμάν κάποιοι για να καθαρίσουν…), θα το «φέρεις» ώστε να είναι ακριβώς στο μετρονόμο (που ακούστηκε να γράφουν με μετρονόμο τότε;) και μετά θα του βάλεις και ένα κουλτουρομπιτ από πάνω, για να φαίνεται σύγχρονη ψαγμενιά.

Και έρχεται τώρα ο χιπστεράς που οι γνώσεις του σταματούν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 (κάπου εκεί γεννήθηκε), να σου πουλήσει πνεύμα και κουλτούρα για το πώς ήταν ο κόσμος … «παλιά». Και όχι απλά να σου πουλήσει πνεύμα, αλλά να σου πει με ένα ρομαντισμό πιο άρρωστο από σκουμπρί με συνάχι, ότι «τότε ήταν ωραία», χωρίς βέβαια να ρωτήσει αυτούς που ζούσαν «τότε» πόσο ωραία ήταν και χωρίς –φυσικά- να μπορεί να ζήσει ο ίδιος στην εποχή που αναπολεί.

H χιπστεριά γενικότερα βασίζεται στην εικόνα και την επιφάνεια. Συνεπώς, αν απογυμνώσεις τον χιπστερά των ’10s από όλα αυτά τα σύγχρονα εργαλεία που του δίνουν την άνεση και το τουπέ, το μόνο που μένει είναι ένας ασπόνδυλος, αγνώμων, γυμνοσάλιαγκας, χωρίς ενδιαφέροντα και περιεχόμενο, ανίκανος να σταθεί οπουδήποτε.




Wednesday, January 20, 2016

Η σκατοψυχιά της ημέρας: Κουλτουρομουσικόφιλοι και μεταλλοξερόλες


…γενικότερα πρέπει να το πουλάς. Ακόμα και αν δεν το έχεις. Πρέπει να το πουλάς, για να δείξεις ότι είσαι κάποιος, ότι ξέρεις κάτι, ότι τέλος πάντων, δικαιολογείς το οξυγόνο που –κατ’ουσίαν- σπαταλάς. Οι μουσικές γνώσεις γενικότερα είναι και εύκολο προϊόν. Βρίσκεις εκεί μια μπάντα που δεν την ξέρουν ούτε αυτοί που παίζουν σ’αυτήν (Albert, για παράδειγμα… Όνομα κι’αυτό για μπάντα… Έλεος, τι πίνανε τα παιδιά; ), αρχίζεις να παραφουσκώνεις τις ανύπαρκτες ικανότητες των μελών της, παραφουσκώνεις και τα τιποτένια τραγούδια της και το πουλάς.

Πουλάς μούρη. Πουλάς γνώση, πουλάς φούμαρα ανασφάλειας για να δείξεις ότι κάποιος είσαι και ότι κάτι ξέρεις. Μιλάμε για «το έλα να δεις» του κενού. Οι πρώτες μου επαφές με τέτοια άτομα ήταν –προφανώς- στη μεταλλική κοινότητα, όπου οι γνωστοί μεταλλοπατέρες που είχαν ψάξει και την τελευταία μπάντα γιδοβοσκών ψαράδων στο Άνω Καταράχι του Illinois, οι οποίοι έπαιζαν κάτι μεταξύ… Όχι, όχι, δεν το παίζω –πλέον- αυτό το παιχνίδι των χαρακτηρισμών. Βαριέμαι. Παίζανε κουλαμάρες. Κουλαμάρες με σάλτσα τράγου και εσάνς ανικανότητας. Γι’αυτό δε τους έμαθε ούτε η μάνα τους. Ποτέ όμως.

Οι μεταλλοπατέρες παρ’όλα αυτά πουλούσανε μούρη γιατί με βαρύγδουπες λέξεις, σε πείθανε ότι αυτοί οι τραγοβοσκοί πορνοσταρ, μια μέρα θα γίνονταν διάσημοι. Κρατούσανε δε και τη μύτη τους ψηλά και πετούσαν τη γνωστή ατάκα «που να ξέρεις εσύ από αυτά» για να σε κάνουν να νιώσεις και άσχημα που δεν είχες ασχοληθεί μέχρι τώρα με το «ktinovasia metal». Προφανώς βέβαια, η κατάληξη όλων αυτών των «συγκροτημάτων» ήταν η αναμενόμενη: Ή που θα τους εξηγούσε τον έρωτα ο τράγος στον οποίο έκαναν μεταλλική καντάδα, ή –στην χειρότερη- θα παίζανε το «χτύπα με να σε χτυπώ, να ερωτευτούμε στο βυθό» με έναν θαλάσσιο ελέφαντα. Με άλλα λόγια, άπαντες, άπατοι.

Με τα χρόνια, κατάφερα να ξεφορτωθώ όλη αυτήν την τραγίλα από τις πλάτες μου  και πάνω που χάρηκα ότι ξέφυγα από την πανούκλα της μουσικοξερολίασης, το σύμπαν μου έκανε ένα νεύμα με το μεσαίο του δάχτυλο και μετά με έχωσε στο λάκκο με τους κουλτουριαραίους. Ναι, εντάξει, είναι εκεί που κάποια στιγμή –όταν είσαι κοντά στο τέλος της ζωής σου- αφηγείσαι καταστάσεις με τον τίτλο «η ζωή παίζει περίεργα παιχνίδια»...

Κουλτουριαραίοι λοιπόν. Εκεί που νόμιζα ότι ο πάτος ήταν οι τραγομεταλλοξερόλες, ξαφνικά βρέθηκα μπλεγμένος με τριχωτούς ξυπόλητους χίπηδες των δύο ακόρντων και του λιγδωμένου cajon που βρωμάει ποδαρίλα.

Δε γίνεται ρε. Δεν είναι σωστό. Εκεί που λες ότι έχεις δει τον πάτο με τα μάτια σου και έχεις μάθει πλέον να διαχειρίζεσαι τους μεταλλοπατέρες, ξαφνικά σου σκάνε μύτη οι τζιβάτοι βρωμοπόδαροι με τη λιγδωμένη lac στο μαλλί και στο παίζουν υπερβατικά όντα που ενυπάρχουν στο μουσικό στερέωμα, παρέα με πουά δράκους, μονόκερους με εικοσάποντα και βραδύποδες με ζαρτιέρες.

Οι τύποι είναι το έσχατο του αίσχους. Δεν πάει παραπέρα. Όχι μόνο είναι κάτι τελευταίοι ψευτολελέδες, αλλά νομίζουν ότι το κλειδί του σολ, ανοίγει την πίσω πόρτα της Αλίκης που έκανε βόλτα στη χώρα των θαυμάτων. Όλο αυτό το μουσάτο συνονθύλευμα, απλά είναι ότι χειρότερο έχει να επιδείξει η εξελικτική θεωρία τους τελευταίους αιώνες. Το μόνο που ξέρουν είναι πώς να χειρίζονται το –απαραίτητο- αηφώνι τους και πώς να βγάζουν σέλφι.

Από μουσικές γνώσεις, είναι κλάσεις χειρότεροι από τους μεταλλοξερόλες καθώς το μόνο που μπορούν να αναγνωρίσουν, είναι οι ρε ματζόρε που βγάζουν όταν πέρδονται στοιχισμένοι. Συν βέβαια το γεγονός ότι οι μεταλλοπατέρες κάποτε έλιωναν για να βρουν κασέτες, βινύλια και να φτιάξουν μια μουσική συλλογή, ενώ τώρα τα φουντωτά κανις της κουλτούρας, παριστάνουν τους μουσικογνώστες με λίστες από youtube. Κατά τα άλλα, βρίσκουν –και αυτοί με τη σειρά τους- διάφορους άγνωστους ψαροβάτες (που το μόνο αναπαραγωγικό σύστημα που έχουν δει στη ζωή τους, είναι αυτό της μεσογειακής σαρδέλας) για να τους «πουλήσουν» σε κάτι πανηλίθια γκομενάκια μπας και τα ρίξουν. Και –δυστυχώς- τα ρίχνουν. Γιατί –ως γνωστόν- τα άνωθεν «γκομενάκια», ψαρώνουν αμέσως μόλις μυριστούν ψαγμενιά, άσχετα αν είναι ανυπόστατη και κενή περιεχομένου. Θέλουν απλώς να ζήσουν την αυταπάτη ότι –και καλά- έχουν δίπλα τους κάποιον ψαγμένο κουλτουριάρη…

Δεν πρόκειται να εξελιχθούμε ποτέ. Ποτέ όμως. Δαρβίνε, θα τα έβαζες τα κλάματα.




Monday, January 18, 2016

Η σκατοψυχιά της ημέρας: Ψώνια κλίμακας και η εφαρμογή τους στα social media


Πόσο μ’αρέσει όταν ακούγομαι σα λόγιο μυγόχεσμα… Τον όρο «ψώνια κλίμακας» θα τον διαβάσει κανένας που να καταλαβαίνει και πέντε πράγματα και θα γελάει, αλλά είναι η καλύτερη περιγραφή που μπορώ να δώσω, για όποιον έχει υπομονή να διαβάσει παρακάτω.

Είναι γενικότερα γνωστό ότι τις ανοησίες του ο καθένας τις κάνει όπου τον παίρνει να τις κάνει. Εκτός αν είναι ηλίθιος… Όπως εγώ… Που έχω για μότο το “Shoot first, ask questions later” το οποίο με έχει βάλει σε μπελάδες ουκ ολίγες φορές αλλά τι να λέμε τώρα… Που είχαμε μείνει; Α. Ανοησίες. Επειδή λοιπόν ο περισσότερος κόσμος δεν είναι (τόσο) ηλίθιος, μαθαίνει πολύ γρήγορα το πόση μαγκιά μπορεί να πουλήσει, αναλόγως με το περιβάλλον που βρίσκεται.

Για κακή μου τύχη, η συγκεκριμένη συμπεριφορά παρουσιάζεται και στα δύο φύλα, απλώς έχει διαφορετική έκφανση στο καθένα. Μμμμμμ μου μυρίζει σεξισμός με τόση διαφορετικότητα αλλά το παραβλέπω.

Από όλα τα περιβάλλοντα που μπορεί να βρεθεί ένας άνθρωπος, το πιο εύκολο για να πουλήσει ανέξοδη μαγκιά, είναι αυτό που περιλαμβάνει μια οθόνη και ένα πληκτρολόγιο, το οποίο ενίοτε μπορεί να είναι και εντός της οθόνης. Από τότε που ανακαλύφθηκαν τα chat rooms κάποτε παλιά, απαξάπαντες αντιλήφθηκαν ότι μπορούσαν να κρυφτούν πίσω από ένα πληκτρολόγιο και μια πλαστή ταυτότητα για να πουλήσουν αυτό που ποτέ των ποτών δε θα μπορούσαν να πουλήσουν, αν βρίσκονταν μέσα σε μια παρέα, ή αν τέλος πάντων είχαν έναν άλλο άνθρωπο απέναντί τους. Οι πιο σώφρονες –που ανέκαθεν ήταν λιγότεροι- κατάλαβαν ότι δεν είναι ηθικό να πουλάς κάτι που δεν είσαι, αλλά στην καλύτερη να δώσεις απλά μια υπερβολική πλευρά του εαυτού σου.

Ήδη από τότε υπήρχαν τιτανοτεράστιες περσόνες όπως αυτή του νέρντουλα που έξω στο δρόμο δεν μπορούσες να του πάρεις κουβέντα γιατί κοιτούσε μόνο τα πλακάκια του πεζοδρομίου και μετρούσε ψυχαναγκαστικά τις ρωγμές που έβλεπε, ενώ μέσα στο chat room, ξεδίπλωνε τον σούπερ ήρωα που πάντα έκρυβε μέσα του. Αντίστοιχα, τότε, για να βρεις γυναίκα συνδεδεμένη σε chat room, έπρεπε να ακροβολιστείς στον πύργο των Αθηνών με τουφέκι που να έχει εμβέλεια κοντά στα πενήντα χιλιόμετρα μπας και δεις κάτι. Νταξ, δεν ήθελες τουφέκι, πύραυλο εδάφους-εδάφους ήθελες αλλά ας μην το κάνουμε θέμα. Το θέμα είναι πως αυτή η μια γυναίκα, μόλις έμπαινε στο chat room, τραβούσε όλη την προσοχή από τους ασέξουαλ ανέραστους νέρντουλες, οπότε ξαφνικά ένιωθε ότι ήταν η Cindy Crawford (μιλάμε για τότε έτσι; ). Άσχετα που κάθε πρωί που την έβλεπε ο καθρέφτης, την παρακαλούσε κλαίγοντας να τον σπάσει για να γλιτώσει το μαρτύριο. Μέσα στο chat room, ήταν γυναίκα, άρα θεά.

Τα χρόνια πέρασαν, η τεχνολογία εξελίχθηκε και έγινε προσιτή στον καθένα. Έτσι λοιπόν, ο αριθμός των χρηστών, αυξήθηκε γεωμετρικά, οπότε αυξήθηκαν γεωμετρικά και τα ανασφαλή ψώνια που πίσω από ένα πληκτρολόγιο και ένα άβαταρ με σεξουαλικό υπονοούμενο (κοιλιακούς, γλουτούς, μπούστο, πάρε να ‘χεις) αρχίσανε να πουλάνε… ό,τι μπορούσαν τέλος πάντων.

Αντίστοιχα λοιπόν και σήμερα, τα διάφορα ψώνια κλίμακας, ζυγίζουν το πόσο ψωνισμένοι μπορούν να το παίξουν, αναλόγως ποιος τους μιλάει… Έχεις περισσότερους followers στο twitter, επειδή έβγαλες τους κοιλιακούς σου ή τους γλουτούς σου; Ε, σου φέρομαι με σεβασμό. Έχεις περισσότερους φίλους στο φατσομπούκι για αντίστοιχους λόγους; Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Το οποίο βέβαια δουλεύει και αντίστροφα. Όταν δεν είσαι τόσο δημοφιλής, σε αποκαλούν «δεύτερο account» ή γενικότερα σνομπάρουν τα σχόλιά σου γιατί δεν έχουν βάρος, ή βάθος, ή τέλος πάντων δεν αποπνέουν την ψωνίλα που πρέπει να αποπνέουν.

Και ποιος είναι ο «συνδυασμός που σκοτώνει» για να γίνεις κάτι τέτοιο σήμερα; Μα φυσικά να είσαι τρεντυμπόης ή ντρεντυγκερλ (τα έχουμε πει για τις μόδες…), να μπορείς να γράψεις ένα έξυπνο one-liner, άσχετα αν δε,ν μπορείς να «κρατήσεις» μια σοβαρή συζήτηση, ανεξάρτητα με το θέμα, γιατί «βαριέσαι» (με άλλα λόγια σου λείπει εγκέφαλος και κριτική σκέψη) και φυσικά να μπορείς να βγάλεις ένα αξιοπρεπές σιξπακ ή τρία κιλά καλοσχηματισμένα κωλομέρια  ή τέλος πάντων ένα σουτιέν που να έχει μπούστο μέσα, γιατί αυτό θέλουν τα περισσότερα ανέραστα λιγούρια να βλέπουν. Από εκεί και πέρα μπορείς να λες ό,τι θες και πάλι θα έχεις κοινό. Ακόμα και αν αντιφάσκεις χειρότερα από ανεγκέφαλο χρυσαύγουλο (πράμα εξαιρετικά δύσκολο…).

Και φυσικά εννοείται πως όλοι αυτοί –πίσω από χαζές δικαιολογίες-, αποφεύγουν όπως τα αγοράκια τα ματωμένα ταμπον (οι Άντρες δεν τα φοβόμαστε), ακόμα και την ιδέα να πουλήσουν όλη αυτήν τη μούρη κατά πρόσωπο.

Λοιπόν, ανασφαλή ανθρωπάκια; Επειδή δεν πρόκειται να κατεβείτε απ’το καλάμι που σας έχουν ανεβάσει τα –ακόμα- πιο ανασφαλή ανθρωπάκια, απλά να ξέρετε ότι σας έχουμε μυριστεί γιατί βρωμάτε χειρότερα κι από ‘μένα μετά από πρόβα και όχι τίποτε άλλο, αλλά μολύνετε με τα bits σας το διαδικτυακό περιβάλλον, αφού προφανώς τη μούρη μπορείτε να την πουλήσετε μόνο εκεί.

Γιατί αν τυχόν προσπαθήσετε να την πουλήσετε αλλού, απλά θα σας έρθει μια μυρωδιά χαλασμένης φασολάδας, απ’ευθείας απ’την αιθέρια κορμάρα του Πάγκαλου.

Άιντε με τους Βελουχιώτες του πληκτρολογίου και τις ξεπεσμένες μοντέλες της agent provocateur.